Ξεμένωντας στην πλατεία της Συκιάς
H ιστορία ξεκινάει ένα μεσιμέρι του Αυγούστου όπου ο Δημητρης φθάνει από την Γερμανία και παίρνοντας το λεωφορείο από το Κτελ Χαλκιδικής φθάνει στην πλατεία της Συκιάς με σκοπό να βρει τον αδερφό του που κάνει κάπου στη παραλία Τηγάνια τις διακοπές του.
Λόγο κακής συννενόησης ο Δημήτρης φθάνει στις 2 το μεσσημέρι , ενώ ο αδερφός του τον περιμένει με το δρομολόγιο των 5, και ξαφνικά ξεμένει σε μια ξενη πλατεία μόνος με το σάκο στη πλάτη…
Αλλά αυτό θα συνέβαινε παντού εκτός από τη Συκιά…
Στη γωνιακή καφετέρεια του Αυγέρου , μια παρέα Συκιώτες που κρατούσαν από τα χτες, συνέχιζαν το βραδυνό τους γλέντι με το μπουζούκι του Χρήστου Παντελή και την παρέα του Στέργιου του Δουγαρά, το χασαπάκι τον Γιαρένη , τον Χρήστο Κατσάνη και αρκετούς άλλους.
Βλέπουν ξέμπαρκο τον Δημήτρη και τον καλούν στην παρέα τους όπου μέχρι τις 5 του κρατούν συντροφιά πίνωντας και κερνώντας τον μέχρι να ερθει ο αδερφός του για να τον παραλάβει.
Το ηχητικό ντοκουμέντο της συνάντησης ηχογραφήθηκε με το κινητό του Δημήτρη όπου έφθασε και στην κατοχή μου μέσο του αδερφού του Γιάννη, και μας χαρίζει ένα μοναδικό κομμάτι σε εκτέλεση του Χρήστου Παντελή, από τα σπάνια που κυκλοφορούν, με την καταπληκτική του φωνή.
Ακόμα και τώρα η φιλοξενία και το φιλότιμο των Συκιωτών αποτελεί σημείο αναφοράς από όλους όσους έχουν ζήσεις ή περάσει ως επισκέπτες από το χωριό μας.
Η κουβέντα που ακούγετε στην εισαγωγή του τραγουδιού και λιγο στο τέλος είναι χαρακτηριστική…
Αν στον κόσμο λένε πως χάθηκε η Ελληνική φιλοξενία στη Συκιά υπάρχει ακόμα!
Aκούστε το κομμάτι από τον Player στα δεξιά της σελίδας…