«… Εις τάς 5 τού μηνός ήλθαν τά έληνόπεδα…». Πληροφορίες για την απελευθέρωση της Συκιάς Χαλκιδικής (1912)
δρ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΡΓ. ΜΕΡΤZΙΜΕΚΗΣ Αρχαιολόγος
Μνήμη Βασιλείου Κώτσιου και Ξάρως Μελίσση
«..’Εκείνες τις ημέρες ό ήρωάς μας βρισκόταν στο Άγιον όρος. Κάποιο άπομεσήμερο πού σιγούρεψε καλά ό μπάτης έσήκωσε τό πανί γιά το χωριό (Συκιά)…. Με μια τιμονιά έγέμισε τό πανί καί μπροστά στην πλώρη τον διέκρινε τό βαπόρι. … Ξαφνίαστηκε. Άφησε τό τιμόνι κι εβαλε τά δυό χέρια του πάνω από τά βλέφαρά του γιά νά κυτάξη καλύτερα.
Η γαλανόλευκη κυμάτιζε περήφανα στη πρύμνη του. Πράγματι ητανε Ελληνικό άντιτόρπιλλικό. … υστέρα άπό ενα λεπτό τής ώρας, έβγαλε τό μαντήλι του και τό έσειε στον άέρα φωνάζοντας.
«Ζήτω, ζητώ, ώρα, ώρα καλή, στο καλό.»…
…Άκουσε Γιώργη λέγει στο ναυτόπουλο. Πάρε τον τρουβά. Βάλε μέσα και κανά δυο δυναμίτες άρματομένους και πάμε. Πρέπει νά μάθουν άπόψε στο χωριό πώς εγεινε λευτεριά … Όταν εφτασαν κοντά στο χωριό και σέ απόσταση τέτοια πού ν’ άκούεται ό κρότος τού δυναμίτη, άναψε εναν.
Σέ λιγάκι μεταδόθηκε ή είδηση οτι ήρθε ο Καπεταν Κύρος κι’ έφερε τό Ελληνικό. Ε! τότε ό κόσμος όλος έτρεχε πρός τό σπίτι, τoυ σαν σέ κανένα προξενείο ,νά μάθη τά νέα. Μά κείνος δέν ελεγε τίποτα, μονάχα πώς επρεπε νά φωνάζουν ζήτω. … Κι ’ όταν πιά ό κόσμος έπέμενε πολύ. Τότε τους είπε: – Κοιμάστε μωρέ. Όλος ό ελληνικός στόλος είναι στό λιμάνι. Κάτω είναι μέρα.
Ό κόσμος ησύχασε πιά. Τά καφενεία, άνοιξαν κι’ άρχισαν τά πιοτά γιά τή λευτεριά, τά τραγούδια οί χαρές, οί επευφημίες…».
Το απόσπασμα αυτό από χρονογράφημα του δάσκαλου Αγγέλου Καρά αποτυπώνει το κλίμα των ημερών της απελευθέρωσης του 1912. Ο Συκιώτης δάσκαλος καταγράφει και, σχολιάζει με εύθυμο τρόπο το σφυγμό των ημερών, αντλώντας πληροφορίες από τις περιγραφές και τις ιστορίες του ήρωα του , που δεν είναι άλλος από τον συμπατριώτη του καπετάνιο Αθανάσιο Κύρου. Αυτός έμελλε να είναι ο άνθρωπος που «έφερε», έστω και ανεπίσημα, το «ελληνικό» στη Συκιά στις 2 Νοεμβρίου 1912.
Με κωδωνοκρουσίες, επευφημίες και ζητωκραυγές υποδέχτηκαν το «ελληνικό» και τα άλλα χωριά της Χαλκιδικής, όπως επίσης και οι, Αγιορείτες.
Επίσημα η κατάληψη – απελευθέρωση της Χαλκιδικής πραγματοποιήθηκε από το 1ο Ανεξάρτητο Τάγμα των Κρητών, διοικητής του οποίου ήταν ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης, εγγονός του Γέρου του Μοριά Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Πληροφορίες για την απελευθέρωση της Συκιάς και γενικότερα της Χαλκιδικής, αντλούμε από το ημερολόγιο του ανθυπολοχαγού τότε Ιωάννη Αλεξάκη, το οποίο παρέχει πολύτιμα στοιχεία για την κίνηση του Ελληνικού στρατού στη Χαλκιδική το Νοέμβριο του 1912. Οι πληροφορίες αυτές μας βοηθούν να προσεγγίσουμε τα γεγονότα των ημερών και τα πρόσωπα που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την απελευθέρωση των χωριών της Χαλκιδικής.
Σύμφωνα με το προαναφερθέν ημερολόγιο, το πρωί της 31 Οκτωβρίου το Τάγμα των Κρητών αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη για τη Χαλκιδική και το απόγευμα έφθασε στο χωριό Βασιλικά, όπου διανυκτέρευσε. Την 1 Νοεμβρίου τo Τάγμα συνέχισε την πορεία του προς τη Χαλκιδική, αφού προηγουμένως ο Διοικητής του έστειλε σχετική αναφορά στην VII Μεραρχία και το μεσημέρι έφθασε στη Γαλάτιστα. Το Τάγμα αποτελείτο από τέσσερις λόχους και Μεταγωγικά (ζώα φορτίου). Την επομένη, 2 Νοεμβρίου, το Τάγμα αναχώρησε για τον Πολύγυρο όπου έφθασε το απόγευμα.
Δύο είναι οι σημειώσεις στο ημερολόγιο του Αλεξάκη που αφορούν την αποστολή στρατιωτών στη Συκιά. Συγκεκριμένα, η πρώτη αναφέρει ότι στις 2 Νοεμβρίου, μία Διμοιρία του 1ου Λόχου του Τάγματος Κρητών, λαμβάνει εντολή να κατευθυνθεί από τη Γαλάτιστα προς την Ορμύλια και τη Συκιά και επικεφαλής της τίθεται ο ανθυπολοχαγός Εμμανουήλ Τζανακάκης.
Η δεύτερη σημείωση στο ίδιο ημερολόγιο μας πληροφορεί ότι στις 15 Νοεμβρίου, ο Λόχος του Αλεξάκη που έδρευε στον Πολύγυρο, στέλνει την 4η Διμοιρία αποτελούμενη από 37 άνδρες, επικεφαλής των οποίων ήταν ο ανθυπολοχαγός Τζανακάκης να κινηθεί προς τα χωριά της Σιθωνίας Άγιο Νικόλαο και Συκιά, με σκοπό να εγκατασταθεί εκεί.
. Την κίνηση του ελληνικού στρατού επιβεβαιώνουν κατά κάποιο τρόπο και δύο επιστολές των μετοχιάριων μοναχών της αγιορειτικής μονής Αγιου Παύλου, οι οποίες αν και λακωνικές, μας παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους.
Την πρώτη από τις δύο επιστολές υπογράφει ο μοναχός Λάζαρος Αγιοπαυλίτης από το μετόχι της μονής στη Σάρτη, φέρει ημερομηνία 13 Νοεμβρίου 1912 και απευθύνεται στον ηγούμενο της μονής. Αναφέρει μεταξύ των άλλων ότι στις 7 Νοεμβρίου Ελληνικός στρατός επικεφαλής του οποίου ήταν ένας λοχίας πήγε στη Συκιά. Στη συνέχεια σημειώνει ότι ο κύριος Παπαδοπουλος και ο ιατρός Τσιφούτης διορίστηκαν μέλη επιτροπής του χωριού. Μετά την πληροφορία αυτή ο ίδιος μοναχός συνεχίζει, την ενημέρωση του ηγουμένου παρέχοντας του πληροφορίες σχετικά με τη φορολόγηση του μετοχιού.
Την δεύτερη επιστολή αποστέλλει στη μονή ο Αγιοπαυλίτης μοναχός Αβράμιος από το μετόχι της μονής στο Κριαρίτσι της Συκιάς. Η επιστολή απευθύνεται στον ηγούμενο, φέρει ημερομηνία 18 Νοεμβρίου 1912 και αναφέρει ότι στις 5 Νοεμβρίου πήγαν στη Συκιά δέκα Ελληνόπαιδα επικεφαλής των οποίων ήταν ένας λοχίας και πέντε ήμερες αργότερα, στις 10 Νοεμβρίου, έφθασαν δύο αξιωματικοί με σκοπό να τακτοποιήσουν την κατάσταση στο χωριό. Αυτοί όρισαν τον Αθανάσιο Χονδρογιάννη δήμαρχο, τον Πέτρο Πολυγερινό τελώνη και τον Ιατρό αστυνόμο. Στη συνέχεια της επιστολής του ο Αβράμιος πληροφορεί τη μονή για τα γεγονότα του Μοναστηριού και της Φλώρινας. Σημειώνουμε ότι οι πληροφορίες για την είσοδο του Ελληνικού στρατού στη Συκιά αποτελούν υστερόγραφο επιστολής, η οποία κατά κύριο λόγο αναφέρεται. στη διαχείριση και τα προβλήματα του μετοχιού.
Όσον αφορά την ακριβή ημερομηνία εισόδου του Ελληνικού στρατού στη Συκιά, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν κάποιες ασάφειες και διαφοροποιήσεις στις εκτιμήσεις των δύο μοναχών, οι οποίες οφείλονται αφενός στην απόσταση των δύο μετοχίων από το χωριό, αφετέρου στην έμμεση πληροφόρηση που προφανώς είχαν από κατοίκους της που εργάζονταν στα μετόχια ή από τους επιτρόπους τους, με τους οποίους συνεργάζονταν για τη λύση των μετοχιακών υποθέσεων.
Από τη μελέτη των προαναφερθέντων πηγών συμπεραίνουμε τα εξής:
α) Στις 2 Νοεμβρίου, οι Συκιώτες ενημερώνονται, για την απελευθέρωση του Αγίου Όρους και της Χαλκιδικής από τον συμπατριώτη τους καπετάνιο Αθανάσιο Κύρου, ο οποίος βρισκόταν με το καΐκι του ανοιχτά του κόλπου της Συκιάς και παρατήρησε αυξημένη κίνηση πολεμικών πλοίων με ελληνική σημαία.
β) Μεταξύ 2ας και 5ης Νοεμβρίου, η 4η Διμοιρία του 1ου Λόχου του Τάγματος των Κρητών, επικεφαλής της οπαίας ήταν ένας λοχίας φθάνει στη Συκιά και άμεσα ορίστηκε διμελής μεταβατική επιτροπή αποτελούμενη από τον Παπαδόπουλο και τον Ιατρό.
γ) Μεταξύ 10ης και 15ης Νοεμβρίου φθάνουν στη Συκιά δύο αξιωματικοί, επικεφαλής των οποίων ήταν ο ανθυπολοχαγος Εμμανουήλ Τζανακάκης και διορίζουν δήμαρχο τον Αθανάσιο Χονδρογιάννη, τελώνη τον Πέτρο Πολυγερηνό και αστυνόμο τον Δημήτριο Ιατρό.
Η απελευθέρωση της Συκιάς, όπως άλλωστε και των άλλων χωριών της Σιθωνίας αποτελούσε τυπική διαδικασία, αφενός διότι οι Τούρκοι κάτοικοι της περιοχής περιορίζονταν μόνο στο μικρό αριθμό των κρατικών υπαλλήλων, αφετέρου διότι οι περισσότεροι από αυτούς είχαν ήδη εγκαταλείψει την περιοχή τις προηγούμενες ημέρες λόγω της έλευσης των προσκόπων. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αλεξάκης στο ημερολόγιό του «…Εις την Χαλκιδικήν είχον έλθει οί πρόσκοποι. Και θά αναφέρω ενταύθα τό ύπ αυτών συντελεσθέν έργον. Ό πληθυσμός, ανέκαθεν ελληνικός, έφλέγετο ύπό τού πόθου, νά έλευθερωθή… Ηδη άνέμενεν έλληνικόν στρατόν πρός άπελευθέρωσιν του. Και τού στρατού προηγήθησαν ώς εμπροσθοφυλακή οί πρόσκοποι, οί οποίοι την προκατέλαβον, προ τής άφίξεως έκεί τού Τάγματός μας…».
Οι ζυμώσεις για την απελευθέρωση είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, ήδη από τα πρώτα έτη του 20ου αιώνα, είχαν εντατικοποιηθεί οι κινήσεις ένοπλων ομάδων, κοσμικών και μοναχών, στην ευρύτερη περιοχή της Συκιάς, φαινόμενο συχνό, αλλά ταυτόχρονα και γνωστό στις τουρκικές αρχές.
Πολύτιμα στοιχεία και για τα γεγονότα αυτά αποτελούν οι πληροφορίες που ανιχνεύουμε στις επιστολές των μετοχιάριων μοναχών προς τις μονές τους.
Σε επιστολή του προς τον ηγούμενο της μονής Διονυσίου με ημερομηνία 31 Μα’ΐου 1904, ο Αβράμιος Διονυσιάτης οικονόμος στο μετόχι του χειμαδιού, αναφέρει από Συκιά ότι «…Κίνηση άρματωμένων στην περιοχή έφεραν 25 στρατιώτες στο χωριό…».
Ο Ιερόθεος Αγιοπαυλίτης σε επιστολή του (13.11.1907) από το μετόχι της Σάρτης, σημειώνει ότι ο Ευλόγιος (ένας από τους μοναχούς του μετοχιού), «…έπανήλθεν εις Συκιάν, περιφερόμενος έκτοτε μετά τίνος νέου μοναχού Κελλιώτου, από Μετοχιού εις Μετόχιον δι’ υψηλούς, ώς διαδίδει, εθνικούς σκοπούς.».
Σε άλλη επιστολή (10.8.1908) που απευθύνεται στον ηγούμενο της Αγίου Παύλου, ο οικονόμος του Κριαριτσίου, ιερομόναχος Ιωσήφ Αγιοπαυλίτης, αναφέρει «Γνωστοποιώ τήν ϋμετέραν ίεράν καί σεβαστήν ήμών Μονήν ότι εδώ εφέτος οί χωρικοί ένεθάρισαν.. .πρό ημερών ένεθάρισαν ετι περισότερον μέ τό σύνταγμα τής τουρκίας και δεν φοβούντε ουδέ κυβέρνησιν ουδέ τούρκους…».
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επιστολή του μοναχού Αγαθάγγελου Αγιοπαυλίτη προς την μονή του (20.4.1910), όπου μεταξύ άλλων αναφέρει ότι κάποιος τον πρόδωσε στην Κυβέρνηση με την κατηγορία ότι κρύπτει αντάρτες στο μετόχι της Σάρτης. Ο ίδιος μοναχός σε άλλη επιστολή του με ημερομηνία 13.12.1910 αναφέρει κίνηση κλεπτών στην περιοχή της Συκιάς και εντολή των τουρκικών αρχών για συλλογή των όπλων από όλα τα μετόχια της περιοχής.
Κάπως έτσι οδηγήθηκαν τα πράγματα ομαλά προς την απελευθέρωση και τον «ερχομό του ελληνικού» της 2ας Νοεμβρίου 1912, ως φυσικό επακόλουθο της προαναφερθείσας κατάστασης.
Μετά την απελευθέρωσή τους, οι Συκιώτες δεν επαναπαύονται, και ως ανήσυχα πνεύματα και «άξιοι Μακεδονες » , άμεσα σπεύδουν να βοηθήσουν τις συνεχιζόμενες πολεμικές επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού, προσφέροντας ως κοινότητα, χρηματική βοήθεια ύψους 120 λιρών Τουρκίας για τις ανάγκες του πολέμου Άλλωστε ήταν πάντα παρόντες σε κάθε κάλεσμα της πατρίδας και είχαν έντονη εθνική δράση σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες.